Η Ηγουμενίτσα φωτογραφία της ημέρας στο site της NASA

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016



Η παραλία Δρέπανο (Ηγουμενίτσα) έγινε η φωτογραφία της ημέρας για την NASA http://epod.usra.edu/
Συγχαρητήρια στον Σταύρο Ντάφη που έκανε τη λήψη της φωτογραφίας.
Η φωτογραφία τραβήχτηκε την 01/09/2014

 
Read More »
Η Ηγουμενίτσα φωτογραφία της ημέρας στο site της NASA Η Ηγουμενίτσα φωτογραφία της ημέρας στο site της NASA Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Δείτε τη κατάθεση στεφάνων στην Ηγουμενίτσα και δηλώσεις των επισήμων (ΒΙΝΤΕΟ)

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016




Read More »
Δείτε τη κατάθεση στεφάνων στην Ηγουμενίτσα και δηλώσεις των επισήμων (ΒΙΝΤΕΟ) Δείτε τη κατάθεση στεφάνων στην Ηγουμενίτσα και δηλώσεις των επισήμων (ΒΙΝΤΕΟ) Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Ματαιώθηκε η μαθητική παρέλαση στην Ηγουμενίτσα

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016


Ματαιώθηκε λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών, η μαθητική παρέλαση στην Ηγουμενίτσα.

Το ψιλόβροχο σε συνδυασμό με το κρύο και τον αέρα, δεν επέτρεψε τη διεξαγωγή της παρέλασης, παρά μόνο την κατάθεση στεφάνων από τους επισήμους. 


Read More »
Ματαιώθηκε η μαθητική παρέλαση στην Ηγουμενίτσα Ματαιώθηκε η μαθητική παρέλαση στην Ηγουμενίτσα Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Ηγουμενίτσα: Ζωντανή μουσική με έντεχνα και παραδοσιακά σήμερα το μεσημέρι στο PRESTO

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016


Read More »
Ηγουμενίτσα: Ζωντανή μουσική με έντεχνα και παραδοσιακά σήμερα το μεσημέρι στο PRESTO Ηγουμενίτσα: Ζωντανή μουσική με έντεχνα και παραδοσιακά σήμερα το μεσημέρι στο PRESTO Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Ηγουμενίτσα: Σήμερα το Live στο chocolat με τον Σταύρο Ντούσκα και την Χρυσηίδα

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016



Read More »
Ηγουμενίτσα: Σήμερα το Live στο chocolat με τον Σταύρο Ντούσκα και την Χρυσηίδα Ηγουμενίτσα: Σήμερα το Live στο chocolat με τον Σταύρο Ντούσκα και την Χρυσηίδα Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Ηγουμενίτσα: Η παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 1989

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016


Read More »
Ηγουμενίτσα: Η παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 1989 Ηγουμενίτσα: Η παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 1989 Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Η απόβαση των κερκυραϊκού «Λόχου του Θανάτου» στις ακτές της Θεσπρωτίας

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016

 

 
Ξετυλίγοντας το κουβάρι της ιστορίας στο ηρωικό έπος 1940, στις μάχες που δόθηκαν ανά την Ελλάδα κατά της επέλασης των Ιταλών, για τους Κερκυραίους η αντίσταση και οι αγώνες που έδωσαν δεν ήταν μόνο ένας κοινός εθνικός στόχος, αλλά, όπως τη χαρακτηρίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Κερκυραίος Καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου Δρ Δημήτριος Μεταλληνός, «ήταν μία μοναδική ευκαιρία, ο κερκυραϊκός λαός να εκφράσει την καταπιεσμένη μακραίωνη εθνική αγανάκτηση στο δυτικό κατέναντι, έχοντας ήδη στις σελίδες της ιστορίας του, τέσσερεις και πλέον αιώνες, την πικρή εμπειρία της ενετικής κυριαρχίας, αλλά και τη νωπή ακόμη εθνική ταπείνωση από τον βομβαρδισμό και την ολιγοήμερη κατάληψη της Κέρκυρας το 1923 από τις φασιστικές δυνάμεις του ίδιου δικτάτορα Μουσολίνι».


Η κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου
Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, οι Κερκυραίοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί μεταφέρθηκαν στην πρώτη γραμμή. Μεταξύ των εκατοντάδων Κερκυραίων, γνωστών ή αγνώστων μαχητών, ήταν και ο παππούς του καθηγητή Δημήτρη Μεταλληνού, ο έφεδρος αξιωματικός Δημήτριος Μεταλληνός.

Οι αριθμητικά ελάχιστες εναπομείνασες στο νησί κερκυραϊκές στρατιωτικές δυνάμεις συγκροτούσαν το 10ο Πεζικό Σύνταγμα, που είχε ως αποστολή του την αμυντική θωράκιση της Κέρκυρας. Οι λαμπρές σελίδες της ιστορίας της Κέρκυρας κατά των Ιταλών γράφτηκαν από μία σκληρή μάχη που δόθηκε από μια «χούφτα» Κερκυραίους μαχητές, μόλις δύο εβδομάδες μετά την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, από τον «Λόχο Λατζίδη», ή ευρέως γνωστό ως «Λόχο Θανάτου»…


Ανασύνταξη δυνάμεων
«Στις 12 Νοεμβρίου 1940, οι ελληνικές δυνάμεις Ηπείρου ανασυντάχθηκαν με σκοπό την ανακατάληψη της Θεσπρωτίας. Η Στρατιωτική Διοίκηση Κερκύρας ανέλαβε να συγκροτήσει τις πρώτες ημέρες του πολέμου ένα αποβατικό απόσπασμα αιφνιδιασμού, αποτελούμενο από επίλεκτους και γενναίους Κερκυραίους οπλίτες και υπαξιωματικούς, με διοικητή τον λοχαγό Δημήτριο Λαντζίδη.




Η Στρατιωτική Διοίκηση Κερκύρας το χαρακτήρισε ‘Αποβατικό Απόσπασμα’, όσοι αξιωματικοί γνώριζαν την αποστολή του το ονόμασαν ‘Λόχο Θανάτου’, στην Κέρκυρα έγινε ευρύτερα γνωστό ως ‘Λόχος Λαντζίδη’, ενώ ο ιστορικός ερευνητής Δρ Νικόλαος Φακιολάς, ο οποίος είναι ο δεύτερος μετά τον ιστορικό ερευνητή Κώστα Δαφνή που ασχολήθηκε συστηματικά με το ζήτημα, τον χαρακτηρίζει ‘Λόχο Ιερολοχιτών’», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μεταλληνός.

Ο στόχος
Σύμφωνα με τα ιστορικά αρχεία, η απόρρητη στρατιωτική επιχείρηση είχε στόχο την κατάληψη του υψώματος «Βαγκαλάτι». Ύψιστη προτεραιότητα αποτελούσε ο αιφνιδιασμός του εχθρού. Οι Ιταλοί έπρεπε να θεωρήσουν ότι είναι περικυκλωμένοι από ισχυρές ελληνικές δυνάμεις κι όχι από έναν απλό Λόχο Πεζικού. Η αναγγελία συγκρότησης ενός κερκυραϊκού στρατιωτικού αποσπάσματος, που θα μετέβαινε για ενίσχυση του ελληνοϊταλικού μετώπου, έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τους Κερκυραίους αξιωματικούς και οπλίτες του 10ου Πεζικού Συντάγματος.

Οι αιτήσεις ξεπέρασαν κατά πολύ τον απαιτούμενο αριθμό. Κι ενώ προβλεπόταν η συγκρότηση μιας στρατιωτικής δύναμης εκατόν ανδρών, τελικά εξαιτίας του ενθουσιασμού διπλασιάσθηκε, ξεπερνώντας τους διακόσιους άνδρες. Διοικητής του αποσπάσματος ορίσθηκε ο λοχαγός Δημήτριος Λαντζίδης, με το όνομα του οποίου συνδέθηκε τελικά ο Λόχος στη μνήμη των σύγχρονων Κερκυραίων.

Η προσπάθεια
Υποδιοικητής του Λόχου ορίσθηκε ο υπολοχαγός πεζικού Ιωάννης Βλάχος, ο οποίος είχε σταλεί για αναγνώριση της περιοχής βορείως της Σαγιάδας, λίγες μόλις ημέρες πριν από την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, αφού η στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδος γνώριζε τις ιμπεριαλιστικές διαθέσεις του φασιστικού καθεστώτος της Ιταλίας και για τον λόγο αυτόν προετοιμαζόταν για ένοπλη σύγκρουση καθ' όλη τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας.

Ο Λόχος, από τους Γιαννάδες, κατευθύνθηκε το βράδυ της 22ας Νοεμβρίου προς το παλαιό λιμάνι, όπου παρέμειναν μερικές ώρες. Ο χειμώνας του ΄40 είχε ξεκινήσει νωρίς και όπως διασώζεται από τις ιστορικές μαρτυρίες ήταν κι από τους βαρύτερους του 20ού αιώνα. Τη νύκτα εκείνη έβρεχε καταρρακτωδώς…

«Τα μέσα Νοέμβρη μας ειδοποίησε το λιμεναρχείο, τα επίτακτα καΐκια να είμαστε πλευρισμένα στην προβλήτα του λιμεναρχείου, στις 12 το μεσονύχτιο. Δεν μας είπαν τι μας θέλουν. Μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα ήρθαν 200 στρατιώτες οπλισμένοι και με τους γνωστούς γυλιούς στην πλάτη τους. Είμαστε 10 καΐκια και έβαλαν 20 περίπου στρατιώτες στο κάθε καΐκι, μαζί ήτο και βαθμοφόροι. Στο δικό μας το καΐκι ήτο επικεφαλής ο λοχαγός Δημήτρης Λαντζίδης…

Μας είπαν θα ξεκινήσουμε τη μια μετά τα μεσάνυχτα, φώτα δεν θα ανάψωμε, παρά μόνον ένα λαδοφάναρο στο κάθε καΐκι και θα πηγαίνουμε το κάθε σκάφος κατόπι στο άλλο…ένα-ένα καΐκι, αφού τους αποβίβαζε επέστρεφε στην Κέρκυρα. Μου έκανε λύπη όπως έβγαιναν σε αυτήν την παραλία…, αφού επήγαιναν σχεδόν στο παγωμένο νερό ώς την μέσην. Εκεί εμάθαμε ότι η παραλία λέγεται ‘Κάτω Αετός’, ήταν ελληνική περιοχή, αλλά οι Ιταλοί είχαν φθάσει τότε έως την Πάργα…», αναφέρεται στις ανέκδοτες σημειώσεις του Κερκυραίου Νικόλαου Καλούδη.

Η σπουδή του όλου εγχειρήματος
«Η σπουδή του εγχειρήματος αποδεικνύει ότι πράγματι επρόκειτο για έναν Λόχο μελλοθανάτων ή ορθότερα για έναν Λόχο ηρώων. Το στρατιωτικό απόσπασμα βρέθηκε μέσα στην κακοκαιρία απομονωμένο, αποπροσανατολισμένο, χωρίς επικοινωνία και οπτική επαφή με την Στρατιωτική Διοίκηση Κερκύρας. Οι Ιταλοί έστειλαν αναγνωριστικό αεροπλάνο, που εξακρίβωσε τη θέση και τη δύναμη του Λόχου.

Γνώριζαν πλέον όλη την αλήθεια και ο θυμός τους έγινε απερίγραπτος, αφού διαπίστωναν ότι μια χούφτα Κερκυραίων στρατιωτών προκάλεσε μεγάλη ταραχή στο στράτευμά τους, οδηγώντας τους σε λανθασμένες εκτιμήσεις και στρατιωτικές επιλογές», εξιστορεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μεταλληνός. «(…) Εφθάσαμε περί τας τελευταίας απογευματινάς ώρας, τελείως εξουθενωμένοι και βρεγμένοι μέχρι κοκκάλων, εις τι σημείον όπου ευρέθημεν εν όψει του εχθρού καταυλισμένου με πολλάς δυνάμεις...», ανέφερε στις σημειώσεις του ο ανθυπολοχαγός Νικόλαος Φραγκοπανάγος.

Αναπόφευκτη η σύγκρουση
Η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Τα χάραμα της 24ης Νοεμβρίου 1940 ξεκίνησε η άνιση μάχη. Οι πολυάριθμοι Ιταλοί ήταν οχυρωμένοι στα υψώματα των βουνοπλαγιών, ενώ το απόσπασμα των Κερκυραίων μαχητών ήταν ακάλυπτο στις παρυφές της ακτής και στην αμμώδη παραλία.

Οι άνδρες του Λόχου ήταν πλέον περικυκλωμένοι. Οι εναπομείναντες, 160 περίπου άνδρες, καλούνταν να αντιμετωπίσουν τουλάχιστον 3.000 Ιταλούς στρατιώτες. Η μάχη διήρκησε από τις 7.00 το πρωί μέχρι τις 5.00 το απόγευμα, την ώρα δηλαδή που εξαντλήθηκαν και τα τελευταία πυρομαχικά των Κερκυραίων μαχητών. Ο λοχαγός Λαντζίδης, αν και τραυματίας, δεν σταματούσε να εμψυχώνει τους άνδρες του. Στις 5.00 το απόγευμα αναγκάστηκε να υψώσει λευκή σημαία.

Ο απολογισμός και τα αντίποινα των Ιταλών
Ο τελικός απολογισμός για τις ελληνικές δυνάμεις ήταν 60 νεκροί και 80 αιχμάλωτοι, εκ των οποίων 45 τραυματίες, ενώ 20 άτομα κατάφεραν να διαφύγουν τη σύλληψη. Οι Κερκυραίοι αιχμάλωτοι δεν παρέδωσαν τα όπλα τους στους Ιταλούς, αλλά προτίμησαν να τα αχρηστεύσουν, πετώντας τα στη θάλασσα του αγαπημένου τους Ιονίου. Οι Ιταλοί προέβησαν άμεσα σε αντίποινα, βομβαρδίζοντας την πόλη της Κέρκυρας.

Τις δύο επόμενες ημέρες, στις 25 Νοεμβρίου, της Αγίας Αικατερίνης και στις 26 του Αγίου Στυλιανού, ημέρες που εόρταζαν κεντρικοί ναοί της πόλεως, πραγματοποίησαν τον αγριότερο, μέχρι τότε, βομβαρδισμό της πόλης με αεροπλάνα, ενώ δύο ημέρες αργότερα την 28η Νοεμβρίου επανήλθαν με τον βομβαρδισμό και της κερκυραϊκής ενδοχώρας τόσο από αέρος, όσο και από θαλάσσης, αφού τέσσερα ιταλικά αντιτορπιλικά ήλεγχαν το στενό του Αίου Στεφάνου.

«Την 25η και 26η Νοεμβρίου έγιναν οι σφοδρότεροι ιταλικοί βομβαρδισμοί της Κέρκυρας, αριθμούμενοι μέχρι οκτώ ημερησίως… Έληξαν την 21η Απριλίου 1941. Την 28η Απριλίου 1941 ο ιταλικός στρατός απεβιβάσθη και επάτησεν την Κέρκυραν, εισήλθον εις το Φρούριον…», σημειώνει μεταξύ άλλων στο βιβλίο του «Αρχείον και καθημερινά περιστατικά γεγονότα επί Ιταλικής και Γερμανικής κατοχής» (Κέρκυρα 1949), ο Μητροπολίτης Κέρκυρας και Παξών Μεθόδιος.

Read More »
Η απόβαση των κερκυραϊκού «Λόχου του Θανάτου» στις ακτές της Θεσπρωτίας Η απόβαση των κερκυραϊκού «Λόχου του Θανάτου» στις ακτές της Θεσπρωτίας Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Το Έπος του '40 στα βουνά της Βορείου Ηπείρου (ΒΙΝΤΕΟ)

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016


https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhrJvUFnfMU-jexlv27WLFQ19dwcJmUkeExw3iCh2NnlpOy-R2aUfc7yk9L4RXKLhsVHyCjkVcmcVZfBv0A3p6m-9n6GCwI6itIMN40R5CzNKBHQR5sFZZBoKJ-gyvrvmADL_fE1CCNLw/s1600/GES-a08.jpg






Read More »
Το Έπος του '40 στα βουνά της Βορείου Ηπείρου (ΒΙΝΤΕΟ) Το Έπος του '40 στα βουνά της Βορείου Ηπείρου (ΒΙΝΤΕΟ) Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1993 (ΒΙΝΤΕΟ)

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016



Δείτε στο βίντεο που ακολουθεί, την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην πόλη της Ηγουμενίτσας το 1993, όπως την είχε καταγράψει η κάμερα του τοπικού τηλεοπτικού σταθμού tvA.

Αναγνωρίστε τον εαυτό σας να παρελαύνει στους δρόμους της πόλης.

Στο σπικάζ της παρέλασης ο Δημήτρης Πάκος και η Λιλή Κωτσαία ενώ στην κάμερα ο Βαγγέλης Χαλμαντζής και ο Βαγγέλης Αναστασίου.



 
Read More »
Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1993 (ΒΙΝΤΕΟ) Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1993 (ΒΙΝΤΕΟ) Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1997 (ΒΙΝΤΕΟ)

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016


Δείτε στο βίντεο που ακολουθεί, την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην πόλη της Ηγουμενίτσας το 1997, όπως την είχε καταγράψει η κάμερα της Δημοτικής Τηλεόρασης Ηγουμενίτσας.

Στο σπικάζ της παρέλασης και πάλι ο Δημήτρης Πάκος, στην κάμερα ο Βαγγέλης Χαλμαντζής και στο ρεπορτάζ ο Παντελής Κίτσιος.

Στην εκφώνηση του πανηγυρικού της ημέρας ο τότε διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου Γραικοχωρίου κ. Βασίλης Μασούρας.





Δείτε ακόμα: Την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1993 (ΒΙΝΤΕΟ)
Read More »
Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1997 (ΒΙΝΤΕΟ) Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1997 (ΒΙΝΤΕΟ) Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Οι πρώτες μέρες του πολέμου στην Παραμυθιά

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016




Είχαν περάσει μόλις 10 ημέρες από την 28η Οκτωβρίου του 1940, όταν το απόγευμα της 7ης Νοεμβρίου, μια διμοιρία Ιταλών, ακολουθούμενη από ομάδες μουσουλμάνων της περιοχής, έφτασε στην Παραμυθιά, άλλοι με ζώα και άλλοι πεζοπορώντας, χωρίς να αντιμετωπίσουν καμία αντίσταση.

Η διμοιρία των Ιταλών αυτών στρατιωτών πιθανόν να ήταν μια αναγνωριστική ομάδα, η οποία μαζί με τα ένοπλα μπουλούκια των μουσουλμάνων, που τους ακολουθούσαν, δεν υπέρβαινε, όπως από πολλούς έχει υπολογιστεί, τους 80 άνδρες. Μεταξύ των μουσουλμάνων που ακολουθούσαν τους Ιταλούς στην Παραμυθιά, αναγνωρίστηκαν ο Μελέκ Σιάνης και ο Μεϊντής Χότζας, που φέρονταν ως αρχηγοί ομάδας μουσουλμάνων από τη Δραγομή Παραμυθιάς.

Οι μουσουλμάνοι της Παραμυθιάς, αφού ειδοποιήθηκαν μεταξύ τους για τον ερχομό των Ιταλών, συγκεντρώθηκαν οι πιο πολλοί από αυτούς στο τζαμί του παζαριού και υποδέχθηκαν με τιμές τη μικρή αυτή ιταλική δύναμη, την οποία και ευλόγησε ο μουφτής τους, ο Χασάν Αβδουλά Μπολάτης. Η στρατιωτική εκείνη διμοιρία των Ιταλών, με την υπόδειξη του μουσουλμάνου Σιέφη Ντίνο, πυρπόλησε το μαγαζί του Σωτήρη Κουτούπη, στο υπόγειο του οποίου υπήρχε αποθηκευμένο πολεμικό υλικό του ελληνικού στρατού, με αντιασφυξιογόνες μάσκες και άλλα στρατιωτικά είδη.

Την ίδια ώρα η μικρή αυτή ιταλική δύναμη έβαλε φωτιά και έκαψε τρία φορτηγά αυτοκίνητα, που ήταν σταθμευμένα στην ανηφόρα του Γαλατά: του Κωτσιώνη, του Βένου και του Σπυρίδη. Μαζί με τις αποθήκες αυτές του Ελληνικού στρατού κάηκε τότε και ένα ολόκληρο συνεχόμενο οικοδομικό τετράγωνο από πολλά μαγαζιά. Και τότε, όταν οι φλόγες της φωτιάς κατάτρωγαν όλα εκείνα τα μαγαζιά, οι μουσουλμάνοι που συνεργάζονταν με τις ιταλικές αυτές δυνάμεις, μην έχοντας άλλο ψωμί στον τουρβά τους, άνοιξαν το φούρνο του Λάμπρου Μίχα, από όπου πήραν όλα τα ψωμιά, τις ελιές και τα τυριά που υπήρχαν μέσα στο μαγαζί.

Από τους κατοίκους της Παραμυθιάς, εκτός από τους μουσουλμάνους που υποδέχθηκαν τους Ιταλούς, πολύ λίγοι ήταν στα σπίτια τους εκείνο το βράδυ. Οι πιο πολλοί, πολλές μέρες πριν, είχαν φύγει για προφύλαξη στα γύρω ορεινά χωριά, στο Βοϊνίκο (Προδρόμι), στο Σούλι, στο απάνω Παγκράτι, στη Σέλλιανη και αλλού.

Η επίθεση του ελληνικού στρατού στο κεντρικό μέτωπο Καλπάκι – Βελλά – Νεγράδες – Γκραμπάλα ανάγκασε και τις ιταλικές μονάδες σε άτακτη υποχώρηση προς τα βουνά της Αλβανίας, πέρα από τα ελληνικά σύνορα. Με την υποχώρηση των Ιταλών, οι ελληνικές δημόσιες αρχές επανήρθαν στις θέσεις τους (14-11-1940) και ανέλαβαν τις διοικητικές τους υπηρεσίες στα χωριά και στις πόλεις της Θεσπρωτίας. Τότε, ο Σιέφης (Εσρέφ Ντίνος), ο οποίος με ιδιαίτερο ζήλο υπέδειξε και οδήγησε τους Ιαλούς στις αποθήκες του ελληνικού στρατού, τις οποίες και έκαψαν, παραπέμφθηκε σε έκτακτο στρατοδικείο, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε.

Όλες εκείνες τις μέρες της εισόδου των Ιταλών σε ελληνικό έδαφος της Θεσπρωτίας, από τις 28 Οκτωβρίου του 1940 μέχρι και τις 14 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, οι κινήσεις και πράξεις των μουσουλμάνων ήταν εχθρικές προς τα ελληνικά στρατεύματα, ενώ παντού εκδηλώνονταν φανερά υπέρ των ιταλικών δυνάμεων. 




Υποδέχονταν παντού τους Ιταλούς ως ελευθερωτές, του υποβοηθούσαν σε κάθε τους πράξη και κατέδιδαν σε αυτούς το καθετί που γνώριζαν για τη δύναμη, τις κινήσεις και τις θέσεις του ελληνικού στρατού.

Η κίνηση εκείνη της ιταλικής αυτής μονάδας προς το Μαργαρίτι και την Παραμυθιά δεν εξελίχθηκε σε παραπέρα ανάπτυξη των επιτιθέμενων δυνάμεών τους προς το εσωτερικό του ελληνικού χώρου. Δείχνει μάλλον σαν μια στρατιωτική κίνηση με σκοπό την κατάληψη του χώρου της Θεσπρωτίας. Και αποτελεί, φυσικά, ένα απλό στρατιωτικό επεισόδιο. Γι’ αυτό και οι Ιταλοί, όπως βιαστικά ήρθαν, έτσι –μαζί με τους μουσουλμάνους, που τους ακολουθούσαν και τους υποβοηθούσαν- βιαστικά έφυγαν, προς τη Μαζαρακιά και το Μαργαρίτι, όπου πιθανόν βρισκόταν και η κύρια δύναμή τους. Ήταν μάλλον μονάδες πεζικού, γιατί πουθενά δεν αναφέρεται ότι διέθεταν μηχανοκίνητη υποστήριξη.

Η φιλοφασιστική, κατασκοπευτική και προδοτική συμπεριφορά της θρησκευτικής μειονότητας των μουσουλμάνων και η συνεργασία τους με τις ιταλικές δυνάμεις, που μπήκαν τότε στο ελληνικό έδαφος της Θεσπρωτίας κι έφθασαν μέχρι το Μαργαρίτι και την Παραμυθιά, εξανάγκασαν τις ελληνικές αρχές να λάβουν έκτακτα μέτρα για την ασφάλεια των μετόπισθεν του μαχόμενου ελληνικού στρατού. Συνελήφθησαν τότε προληπτικά αρκετοί μουσουλμάνοι, που θεωρήθηκαν επικίνδυνοι για την ασφάλεια και την τάξη, και εκτοπίστηκαν στην Κόρινθο και στη Χίο. Εκεί παρέμειναν μέχρι τις πρώτες μέρες της Κατοχής.

Όταν, μετά την εισβολή των Γερμανών και την κατάρρευση του Μετώπου, οι μουσουλμάνοι αυτοί, που για προληπτικούς λόγους είχαν εκτοπιστεί, γύρισαν τέλη Απριλίου με αρχές Μάη (1941) στα σπίτια τους, έφερναν μέσα τους την πίκρα και τη δυσαρέσκεια για τις κακουχίες που αντιμετώπισαν τόσο αυτοί οι ίδιοι όσο και οι οικογένειές τους, που αβοήθητες παντελώς αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες. Η διαίρεση, που από το 1913 και μετά είχε καλλιεργηθεί από την ιταλική και την αλβανική προπαγάνδα, βρήκε σε τούτο το γεγονός μία από τις πιο σοβαρές αιτίες, που σε συνδυασμό και με άλλους παράγοντες οδήγησαν τη θρησκευτική αυτή μειονότητα των μουσουλμάνων στις δαγκάνες των ιταλικών δολοπλοκιών και στα επεκτατικά, ιμπεριαλιστικά και ύπουλα σχέδιά τους.

Μέρες κάπνιζαν τα μαγαζιά και τα αυτοκίνητα που έκαψαν εκείνο το βράδυ οι Ιταλοί στην Παραμυθιά. Στους δρόμους άκουγε κανείς πολλούς που λέγανε ότι οι Ιταλοί έφυγαν γιατί φοβήθηκαν ένα λόχο Ελλήνων φαντάρων, που βρισκόταν τότε στη Σκάλα της Παραμυθιάς, στο Ελευθεροχώρι. Ευρύτατα επίσης κυκλοφόρησε η φήμη ότι ο λοχαγός Μαραγκός της ελληνικής αυτής στρατιωτικής μονάδας, που είχε την έδρα του στο Ελευθεροχώρι, κυνήγησε στα στενά της Παραμυθιάς, με το πιστόλι στο χέρι, το χότζα από τη Μενίνα, που εκείνο το βράδυ ήταν μαζί με τους Ιταλούς στρατιώτες την Παραμυθιά.

Τα επόμενα χρόνια της κατοχής, η Παραμυθιά όπως και ολόκληρη η χώρα, έζησε τραγικές στιγμές που έμελλαν να μείνουν στην ιστορία και να θυμίζουν σε όλους μας πως το απόλυτο ιδανικό είναι η Ελευθερία...

Με πληροφορίες από το βιβλίο του Ιωάννη Παρόλα «Γη Θεσπρωτών» 

Read More »
Οι πρώτες μέρες του πολέμου στην Παραμυθιά  Οι πρώτες μέρες του πολέμου στην Παραμυθιά Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

28 Οκτωβρίου 1940: Η επίθεση των Ιταλών στο προκεχωρημένο φυλάκιο της Πόβλας Φιλιατών

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016


Ο Δημήτρης Λέντζαρης περιγράφει πως ό ίδιος έζησε το χρονικό της εισβολής στο προκεχωρημένο φυλάκιο της Πόβλας Φιλιατών στην συνοριακή γραμμή με την Αλβανία.
«......Ο πόλεμος είχε αρχίσει προ του Οκτωβρίου του '40.
Την 1η Οκτωβρίου 1940 επιστρατεύτηκα και τοποθετήθηκα στο 2ο Λόχο
που είχε την έδρα του στην Πόβλα, Φιλιατών.....
Την 25η Οκτωβρίου 1940, είχα επιστρέψει στο χωριό μου από το Φιλιάτι που είχα μεταβεί, για να ορκιστώ ως δάσκαλος ενώπιον του Ειρηνοδίκη Φιλιατών γιατί ο διορισμός μου ήταν για την περιφέρεια Πωγωνίου.
Την 26η Οκτωβρίου, ημέρα της γιορτής μου, μετά το μεσημέρι επιστρέφω στο λόχο μου. Την 27η Οκτωβρίου 1940 είμεθα συγκεντρωμένοι στην αίθουσα των αξιωματικών του λόχου στην Πόβλα. Το ιταλικό πρακτορείο "ΣΤΕΦΑΝΙ" εκείνη τη στιγμή ανακοίνωσε ότι οι Έλληνες στρατιώτες συνεπλάκησαν με την Ιταλική Περίπολο στα σύνορα της Σαγιάδας και φονεύθηκαν τρεις Αλβανοί στρατιώτες και δύο Ιταλοί. Η ιταλική κυβέρνηση διαμαρτυρήθηκε και ζήτησε ευθύνες για τη στάση των Ελληνικών στρατευμάτων. 
Το ίδιο βράδυ, στο Πρακτορείο Αθηνών, το διέψευσε ως αποκύημα του ιταλικού πρακτορείου.
Ώρα 23.00. Ο ταγματάρχης κ. Παπαγεωργίου από το Φιλιάτι εκαλεί στο τηλέφωνο το λοχαγό μου κ. Σκιαδόπουλο. Τι είπαν;
Ώρα 24.00. Ο λοχαγός με διέταξε να βάλω διπλοσκοπούς. Στην οροθετική γραμμή βλέπαμε τις Ιταλικές περιπόλους να κινούνται παραδόξως και συνεννοούντο με φανούς. Διετέχθημεν να κατακλιθούμε.
28 Οκτωβρίου 1940, ώρα 3.10. Διατάσσεται συναγερμός και συγκέντρωση του λόχου.
Ώρα 4.30. Μετά δυσκολίας συγκέντρωσα την ομάδα μου γιατί όλοι σχεδόν οι στρατιώτες μου ήταν σε διάφορες υπηρεσίες, μάγειροι, ιπποκόμοι, κουρείς, υποδηματοποιοί, κλπ. Δεν ήξευρα τα ονόματα των γιατί μόλις προ δύο, τριών ημερών είχα έλθει από το φυλάκιο Τσαμαντά και μου δόθηκε η ομάδα διοίκησης του λόχου.
Ώρα 5.00. Είχα συγκεντρώσει την ομάδα μου πλήρως εξοπλισμένη, πρόσθεν του γραφείου του λόχου. Εκεί έρχεται ο λοχαγός μου κ. Σκιαδόπουλος και μας λέει:
- Λοχία και στρατιώτες. Δεν ξεύρουμε τί θα γίνει. Η ιταλική κυβέρνηση ζήτησε να περάσει τα στρατεύματά της από την πατρίδα μας. Η κυβέρνησή μας αρνήθηκε. Είναι πιθανόν να μας πιέσουν. Εσείς πηγαίνετε να καταλάβετε τις θέσεις σας και αργότερα θα διατάξω τι θα κάνετε. Φοβάστε;
- Όχι, απαντήσαμε όλοι με μια φωνή.
- Μία ψυχή που έχει να βγει ας βγει μια ώρα αρχύτερα, είπε ο λοχαγός. Λοχία, συνέχισε ο κ. λοχαγός. Πήγαινε να καταλάβεις θέσεις εκεί που είναι τα ορύγματα, τα ξεύρουν οι στρατιώτες σου, για να φυλάξετε την οδό προς και από το φυλάκιο "Χορμούλι".
Ώρα 5.35. Είχαμε καταλάβει τις θέσεις μας.Δεν είχαμε καλά πιστέψει και περιμέναμε να φέξει για να επιστρέψουμε στα ίδια. Αξιωματικός της διμηρίας μου ήταν ο ανθυπασπιστής κ. Ζανουδάκης, ο οποίος είχε πάει στα φυλάκια για επιθεώρηση από την προηγούμενη μέρα.
Ώρα 6.30 ή 6.50. Δεν είχα ωρολόγι για να ξεύρω ακριβώς την ώρα. Ακούσαμε έναν πυροβολισμό. Νομίζαμε ότι πρόκειται για κάποια εκπυρσοκρότηση, αλλά διαψευστήκαμε. Δεν πέρασαν λίγα δευτερόλεπτα και μια οβίδα διέσχισε τον ουρανό και έπεσε κατά την Πόβλα. Ακούστηκαν και άλλες και άλλες οβίδες. Ακούστηκαν βολές οπλοπολυβόλων, όλμων και όπλων από την πλευρά του εχθρού.Ενώ εγένοντο αυτά, ακούστηκε η σάλπιγγα του λόχουμας. Προσοχή - προσοχή και αμέσως ένα εμβατήριο. Προχωρείτε - προχωρείτε …. Την στιγμή εκείνη καταφθάνει ο διμοιρίτης κ. Ζανουδάκης. Του έδειξα τις θέσεις των ανδρών μου και καθίσαμε συζητούντες.
Οι οβίδες των πυροβόλων όπλων του εχθρού συνεχίζοντο και αρκετές έπεφταν αριστερά μας, στη χαράδρα που είναι μεταξύ Πόβλας και Παλαιοχωρίου Αγίων Πάντων.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο εχθρός δεν είχε φανεί, ούτε και εμείς είχαμε ρίψει έστω και μια τουφεκιά. Ενώ συζητούσαμε με τον διμοιρίτη, περί ώρα 7.30 ή 8.00 άκουσα μια φωνή. Λοχία Λέντζαρη, να οπισθοχωρήσεις προς το εικόνισμα Πόβλας". Ήταν ο σύνδεσμος του λόχου μας.
Αμέσως ο κ. Ζανουδάκης, εγώ και οι άνδρες μου οπισθοχωρούμε, τρέχοντας προς το εικόνισμα. Ο πόλεμος των οβίδων συνεχιζόταν. Ευτυχώς δεν μας είχαν αντιληφθεί οι Ιταλοί και οι οβίδες των εχθρικών πυροβόλων, όλμων, πολυβόλων και οπλοπολυβόλων έπεφταν στο κενό προς την Πόβλα και πλησίον μας βέβαια. 
Οπισθοχωρήσαμε μέσα σε βάτα και θάμνους, σε ένα ανηφορικό μονοπάτι. Μόλις φτάσαμε σε ένα ανοιχτό μέρος σταματήσαμε να ξεκουραστούμε. Λαχανιάζαμε όλοι από την τρεχάλα.
Η απόσταση μέχρι το εικόνισμα θα ήταν 50 έως 70 μέτρα. Εδώ θα συναντήσουμε το λόχο μας. Και ενώ λέγαμε αυτά και πήραμε μια ανάσα, βλέπουμε στην απέναντι πλαγιά του βουνού, πιο πάνω από το εικόνισμα, να τρέχουν τρεις στρατιώτες. Ο κ. Ζανουδάκης τους αναγνώρισε. "Δεν είναι δικοί μας", είπε. "Είναι Ιταλοί, φαίνονται από τη στολή τους".
 Σε λίγο το επιβεβαίωσαν και οι ίδιοι. Φώναζαν: "Σινιόρ καπιτάνα, … σινιόρ καπιτάνα…". Τώρα τι γίνεται; Πού είναι ο Λόχος μας; Ο κ. Ζανουδάκης πήρε την απόφαση.
"Εγώ λοχία, θα πάρω τον οπλοπολυβολητή και μερικούς στρατιώτες και θα προχωρήσω και εσύ με τους υπόλοιπους άνδρες θα με υποστηρίξεις αν χρειαστεί και όταν φθάσω απέναντι, θα σε υποστηρίξω εγώ για να με ακολουθήσεις". 
Έτσι κι έγινε. Βάζει ο οπλοπολυβολητής μερικές ριπές στον αέρα εναντίον των Ιταλών που είχαν ανεβεί στην πλαγιά και με άλματα προχωρούν στο μονοπάτι, ενώ εγώ με τους τρεις άνδρες μου παρακολουθούμε τους Ιταλούς, βάζοντες κάπου- κάπου στον αέρα. Οι Ιταλοί λούφαξαν μέσα στους βράχους.
Περιμένουμε να μας υποστηρίξει ο κ. Ζανουδάκης. Δυστυχώς το οπλοπολυβόλο που είχε πάρει ο κ. Διμοιρίτης δεν βάζει.Στο αριστερό ακούονται πυροβολισμοί αυτομάτων όπλων. Είναι οι Ιταλοί που βάζουν εναντίον της ομάδας μας. Εναντίον του κ. Ζανουδάκη. Εμείς όμως αρχίζουμε να προχωρούμε με άλματα, για να φθάσουμε στο εικόνισμα. Δεν είχαμε καλά καλά φτάσει στο αντέρισμα του δρόμου και οι οβίδες έπεφταν συνεχώς.
Οι άντρες μου, (τα ονόματα δεν τα ξεύρω γιατί μόλις είχα αναλάβει την ομάδα μου), που όλοι τους ήταν τεχνίτες στο λόχο μας και εγώ κάνουμε τα τελευταία άλματα. Μία οβίδα όμως που πέφτει πίσω μας και σε μικρή απόσταση, με καθηλώνει στο έδαφος. Λίγες πέτρες πέφτουν πάνω μου. 
Ευτυχώς δεν έπαθα τίποτα. Κοιτάζω δεξιά - αριστερά, δεν βλέπω κανέναν απ' τους άντρες μου. Προσπαθώ να μετακινηθώ προς το εικόνισμα έρποντας και μπροστά βλέπω Ιταλούς στρατιώτες που βαδίζουν στο δρόμο. Έρχονταν φαίνεται από την Πόβλα. 
Οι άντρες μου τι έγιναν; 
Φονεύθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν ή κρύφτηκαν.Για μένα δεν ενδιαφέρθησαν εάν ήμουν τραυματισμένος ή νεκρός. Γιατί; Δεν έπρεπε ο διμοιρίτης μου να ενδιαφερθεί; 
Γιατί με εγκατέλειψε στο πεδίο της μάχης; Και τώρα τι πρέπει να κάνω; Να σηκωθώ να παραδοθώ;
Εκείνη τη στιγμή κατεβαίνουν από την πλαγιά του βουνού και οι τρεις Ιταλοί στρατιώτες και ενώνονται με τους άλλους που περνούσαν στο δρόμο. Ούτε καν ενδιαφέρθηκαν για μας. ΟΧΙ είπα, θα παραμείνω στη θέση μου και αν με βρουν θα με πιάσουν αιχμάλωτο.
Περίμενα το μοιραίο. Κρύφτηκα μέσα στα βάτα. Αν δε πάλι δεν με ανακαλύψουν θα προσπαθήσω να ενωθώ με τον λόχο μου. Παραμένω επιτόπου μέχρι το βράδυ. Δεν ήρθε κανένας.
Δίπλα μουπερνούσαν συνέχεια Ιταλικά τμήματα στρατού. Το ίδιο και νοτιότερα καθόσον ακούγονται βήματα και φωνές. Όταν υπήρχε ησυχία, και δεν ακούγονταν φωνές, σηκώθηκα και ερεύνησα γύρω μου για να διαπιστώσω την τύχη των άλλων στρατιωτών μου,αλλά δεν είδα τίποτα.
Αφού νύχτωσε, αποφασίζω να κατέβω στο χωριό Παλαιοχώρι των Αγίων Πάντων.Μέσα σε θάμνους και βάτα βαδίζω με μεγάλη δυσκολία. Κάποτε έπεφτε και ψιλή βροχούλα. Για μια στιγμή ακούω φωνές και βήματα. Σταματάω πάνω σε ένα θάμνο και είμαι ξαπλωμένος. Δεν έχω τίποτε μαζί μου, μόνο την χλαίνη και μία χειροβομβίδα μίλς, τα άλλα πράγματά μου τα είχα κρύψει μέσα στα βάτα, ως και το όπλο μου. 
Είναι μεσάνυχτα. Το φεγγάρι το έχει κρύψει ένα σύννεφο. Έρχεται πλησίον μου ένας στρατιώτης. Ούρησε δίπλα μου και είπε: "Κουτού ίστ σκοτωμένο". Φαίνεται ήταν Αλβανός. Θα ήταν η Τσέτα- άτακτα σώματα Αλβανών.
Αφού ξεμάκρυνε η Τσέτα οπισθοχώρησα λίγα μέτρα γιατί φοβόμουν μήπως επιστρέψει κανένας από την Τσέτα και με σκυλέψει.Όταν διαπίστωσα ότι η Τσέτα προχώρησε αρκετά και επικρατούσε ηρεμία, προχώρησα και κατά τις πρωϊνές ώρες βρέθηκα πλησίον μιας οικίας. Μπήκα μέσα το υπόγειό της και περίμενα να έλθουν οι νοικοκυραίοι. Ήμουν βρεγμένος αρκετά.
Ενώ περίμενα τους νοικοκυραίους ακούω φωνές και βήματα. Ήταν Ιταλικά τμήματα στρατού. Μπήκα πιο μέσα και κρύφτηκα σε μια γωνιά.Στο υπόγειο ήταν σκοτάδι. Δεν είχε κανένα παράθυρο. 
Ένας Ιταλός στρατιώτης μπήκε στην πόρτα του υπογείου, έριξε μια ματιά γύρω του κι έφυγε. Δεν βρήκε τίποτα γιατί στο υπόγειο έμεναν μόνο γίδια το βράδυ.Πολλοί Ιταλοί στρατιώτες μπήκαν στο δωμάτιο που ήταν πάνω από το υπόγειο, αναποδογύρισαν ότι βρήκαν, τραπέζια, καρέκλες, σαντούκια, πήραν ότι τους άρεσε κι έφυγαν. Κατά το μεσημέρι καταφτάνει η οικογένεια του σπιτιού.
Μπήκε μέσα στο δωμάτιο, είδε την καταστροφή που τους έγινε και άρχισε τις φωνές. "Μας έκλεψαν, μας τα πήραν όλα, ότι κι είχαμε. Τι θα γίνουμε;".
Εκείνη τη στιγμή βγαίνω κι εγώ από το υπόγειο. Ήταν τέσσερις γυναίκες οι οποίες μόλις με είδαν τρέξανε να με περιποιηθούν.
Τους διηγήθηκα την περιπέτειά μου και αμέσως μου έδωσαν πολιτικά ρούχα. 
Τη χειροβομβίδα την έκρυψα κάτω από το πάτωμα. Στο χωριό έμεινα περισσότερες από δέκα ημέρες στο σπίτι του Γ. Μάνθου........».

Read More »
28 Οκτωβρίου 1940: Η επίθεση των Ιταλών στο προκεχωρημένο φυλάκιο της Πόβλας Φιλιατών 28 Οκτωβρίου 1940: Η επίθεση των Ιταλών στο προκεχωρημένο φυλάκιο της Πόβλας Φιλιατών Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Τα "πανηγύρια" των Αλβανοτσάμηδων στην Παραμυθιά στις 28 Οκτωβρίου 1940

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016
 

 
Λίγες μέρες προ του πολέμου του 1940, οι Αλβανοτσάμηδες άφηναν να τους ξεφεύγουν λόγια ότι, «θα ’ρθει ο Ιταλός».

Οι διαβόητος λήσταρχος ΝΤΑΟΥΤ ΧΟΤΖΑΣ εκινείτο για την προετοιμασία ενεργειών στα μετόπισθεν, που θα διευκόλυναν την ιταλική προέλαση. Καταγόταν από το χωριό Δραγούμη (νυν Ζερβοχώρι) και ήταν λήσταρχος, συναρχηγός συμμορίας με τον χριστιανό συγχωριανό του, Κ.Σ, βαρύνονταν δε με παντοειδή αδικήματα και είχε επικηρυχθεί με το κολοσσιαίο για την εποχή εκείνη ποσό των 500.000 δραχμών. Οι Ιταλοί τον προσεταιρίσθησαν και άρχισε να εργάζεται για την Αλβανία, τότε δε, ήρθε σε ρήξη με τον συναρχηγό του, Κ.Σ, ο οποίος παρά τον ληστρικό βίο διατηρεί ακμαία τα εθνικά φρονήματα.

Ο μεν Νταούτ Χότζας αναγκάστηκε διωκόμενος να καταφύγει στην Αλβανία, ο δε Σ. εγκατέλειψε την Ελλάδα και κατέφυγε στην Αμερική, όπου εργάστηκε πλέον τίμια και ευσυνείδητα, απέκτησε οικογένεια και αρκετή περιουσία και πέθανε στα βαθιά γεράματα προ μερικών ετών.

Οι ληστές Τ-Μ και Ν.Κ κινήθηκαν κατά των υπολειμμάτων της συμμορίας του Νταούτ από το 1924 και εντός του έτους, με την στήριξη και του Η.Σ, αδελφό του Κ.Σ ο οποίος ζει ήσυχα και έντιμα στο σπίτι του, την ανοχή των αστυνομικών αρχών, την εξολόθρευσαν τελείως, σκοτώνοντας τον υπαρχηγό του Νταούτ, Αζίζ Λιούλη από το Ζερβοχώρι και άλλους 5 Αλβανοτσάμηδες ληστές, έφεραν δε στην Παραμυθιά τα 6 κεφάλια και τον 7ο συμμορίτη αιχμάλωτο, καθώς είχε τραυματιστεί στα πόδια.

Τα κεφάλια εκτέθηκαν σε κοινή θέα στο καλαμποκοπάζαρο της Παραμυθιάς, και η συμμορία Τ-Μ παραδόθηκε στις αρχές λαμβάνοντας αμνηστία. Τον Αζίζ Λιούλη σκότωσε ο ίδιος ο Η.Σ με το όπλο του, Μάνλιχερ (το οποίο ουδέποτε παρέδωσε), ο ίδιος δε τραυμάτισε στο πόδι τον αιχμάλωτο, για να μην ξεφύγει στην διάρκεια της συμπλοκής.



Ήδη την παραμονή του πολέμου του 1940, ο Νταούτ Χότζας και ο Μελέκ Σιάνης είχαν εισχωρήσει κρυφά στο ελληνικό έδαφος, όπως διέδιδε ο ελληνοχριστιανικός πληθυσμός. Κατά το 1950, οι Η.Σ και ο πρόεδρος της κοινότητας, Δημ. Μαραζόπουλος, με διαβεβαίωσαν ότι η φήμη ήταν καθ’ όλα ακριβής.

Ο Νταούτ είχε εγκατασταθεί κοντά στην ελληνική μεθόριο, για να εισέρχεται εύκολα στην Ελλάδα, αλλά, ως κακοποιό στοιχείο, ήρθε σε ρήξη με τους ομόθρησκούς του Αλβανούς, που για προσωπικούς λόγους τον σκότωσαν. Μην μπορώντας να μείνουν άλλο στην Αλβανία, αφού ο Νταούτ ήταν προστατευόμενος των αλβανικών και ιταλικών αρχών, του έκοψαν το κεφάλι, ήρθαν στην Ελλάδα όπου ζήτησαν άσυλο και την είσπραξη της επικήρυξης. Οι Ελληνικές αρχές τότε μετέφεραν στα σύνορα τους Χ.Ο, κάτοικο Γλυκής και τον γνωστό μας Η.Σ, κάτοικο Ζερβοχωρίου. Τους συνόδευε αξιωματικός της Χωροφυλακής, νομίζω ο κ. Χριστινάκης. Αυτοί επιβεβαίωσαν ότι η κεφαλή ανήκε στον Νταούτ Χότζα, ληστή, επικηρυγμένο, βαρυνόμενο με 35 φόνους, στους οποίους και ομοθρήσκων του, με ληστείες, απαγωγές και ο οποίος είχε καταφύγει από το 1924 στην Αλβανία.

Την υπόθεση «Του μεγάλου πατριώτη Νταούτ Χότζα», η αλβανική εφημερίδα «Τομόρι», το επίσημο ιταλικό πρακτορείο «Ντε Στέφανι», ο ιταλικός τύπος και οι διπλωματική αντιπρόσωποι Ιταλίας και Αλβανίας έκαναν μυθιστόρημα και σ’ αυτό βάσισαν την ψυχολογική προετοιμασία της κατά της Ελλάδας φασιστικής επίθεσης καθώς και την εν γένει ανθελληνική εκστρατεία…

Η ελληνική κυβέρνηση και το Αθηναϊκό πρακτορείο κατέρριψαν τα περί Νταούτ αλβανο-ιταλικά ψεύδη, αποδεικνύοντας ότι πρόκειται περί κοινού κακοποιού, δολοφονημένος στην Αλβανία για λόγους εκδίκησης και όχι στην Ελλάδα από τις ελληνικές αρχές για τις πατριωτικές του, όπως έλεγαν οι Αλβανο-Ιταλοί, ενέργειες.

Παρ’ όλα αυτά, οι μουσουλμάνοι της Θεσπρωτίας μεταβίβασαν και άλλες ψευδολογίες που δημοσιεύθηκαν στις αλβανικές και ιταλικές εφημερίδες και μεταδόθηκαν από το ραδιόφωνο των Τιράνων. Ότι δήθεν γίνονταν καταπιέσεις και φόνοι Αλβανών στην Παραμυθιά, Καρβουνάρι και Μαζαράκι. Ο Παραμυθιώτης έμπορος Ριζά Κάλης παρουσιάστηκε ως δολοφονημένος, ενώ εργαζόταν στο κατάστημά του και μικρό καπνοεργοστάσιο της Παραμυθιάς και το ίδιο καλοκαίρι του μάθαινα τις 4 πράξεις της αριθμητικής, χάρη των εργασιών του.

Οι ελληνικές αρχές προέβησαν εις την διάψευση, επί πλέον δε, συνέλαβαν τον Ριζά Κάλη και τον μετέφεραν βιαίως στον ραδιοφωνικό μας σταθμό, όπου τον υποχρέωσαν να μιλήσει προς απόδειξη των ψευδολογιών. Χαρακτηριστικό του θράσους των Αλβανών είναι ότι κατήγγειλαν φόνους στο Καρβουνάρι, ενώ στο χωριό αυτό είχε να γίνει φόνος από το 1906, από τουρκοκρατίας δηλαδή, όταν ο αδελφός του Τεφήκ Κεμάλ, με την προτροπή του πατέρα του, σκότωσε την μητέρα του, το γένος Ζεϊνέλ, για λόγους τιμής. Επτά έτη δηλαδή, πριν η Ήπειρος γίνει ελληνική.

Νεαροί τσάμηδες δραπέτες από την Ελλάδα εντάχθηκαν στην υπό τον Γασίν Σαντήκ συμμορία και χρησιμοποιήθηκαν ως οδηγοί και ένοπλοι συμπαραστάτες του εισβολέα, πλαισιώνοντας την ίδια την μεραρχία ΣΙΕΝΑ (Ελληνική Λευκή Βίβλο και Χαρα. Κατσιμήτρου «Ήπειρος Προμαχούσα»).
Την επέκταση των αλβανικών συνόρων προς Τσαμουριά, ήτοι μέχρι και της πεδιάδας του Φαναρίου Θεσπρωτίας, υποσχέθηκε στους Αλβανούς ο Ιταλός στρατάρχης Μποντόλιο, την 25η Ιουνίου 1939. Αναφορές των Ελλήνων πρακτόρων στην Αλβανία, διαταγές ιταλικών μονάδων και απομνημονεύματα Ιταλών αξιωματικών περιγράφουν την ευρεία χρησιμοποίηση των Αλβανοτσάμηδων.

Οι πυρπολήσεις στην Ηγουμενίτσα κατά την κατάληψή της από τις ιταλικές δυνάμεις, τις πρώτες ημέρες του πολέμου, οι βιαιότητες, λεηλασίες, φόνοι, αποδίδονται στις αλβανικές συμμορίες, αποτελούμενες από τρία σώματα των 600 ανδρών και αποτελούμενες από μερικούς εξωμότες της Θεσπρωτίας (Αλβανοτσάμηδες) και Αλβανούς, από την περιοχή Κουρβελεσίου, είχαν μισθό 300 αλβανικών φράγκων ή λεκ. Ένα λεκ ισούνταν με 7 δραχμές κατά το 1940.

Στο χωριό Λεπτοκαρυά, ο Αθανάσιος Νικολαΐδης, απεσταλμένος του επιτελάρχη Λαλαούνη Β., διοικητή της VΙΙΙ ομάδας αναγνώρισης, ψάχνοντας έγγραφα των άταφων Ιταλών νεκρών που βρίσκονταν στην θέση Ντούπιανη (μεταξύ Βρουσίνας-Λεπτοκαρυάς-Ρεβενής), βρήκε έναν Αλβανό νεκρό, ντυμένο με λευκά σαλβάρια, φέροντα μπόγο πλήρη τιμαλφών, αποτέλεσμα ασφαλώς της ένδοξης δράσης του κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις, οι οποίες κατά τους Αλβανούς, είναι ακατανόητες χωρίς το πατροπαράδοτο γι’ αυτούς «πλιάτσικο».

Εντός της πόλης των Φιλιατών, η δράση των Αλβανών ήταν τέτοια που οι Ιταλοί αναγκάστηκαν να αφοπλίσουν πολλούς εξ αυτών (απομνημονεύματα Ιταλών αξιωματικών στην εφημερίδα «Θεσπρωτικά Νέα»).

Κατά την πρώτη φάση του πολέμου, κατά την οποία οι Ιταλοί έφτασαν και πέρα του ποταμού Καλαμά, επέδειξαν την προδοτική τους στάση οι Ντεμάτες και ο Χατζή Σέϊκος, ο οποίος ανέλαβε την αρχηγία των Αλβανοτσάμηδων φασιστών της πόλης των Φιλιατών.

Το σύνταγμα του Γιασίν Σαντήκ έλαβε μέρος στον κατά της Ελλάδας πόλεμο, στον παραλιακό τομέα με δύο τάγματά του, που ήταν μάλλον πολυάριθμη ληστρική συμμορία παρά στρατός. Οι συμμορίες αυτές τελούν υπό την αρχηγία του Ντέμο Χαμήτ με δράση κατά μήκος της παραλίας, και του Χουσεϊν Χαϋρουλά με δράση κάπως ενδότερα, προς την περιοχή της Σκάλας Φιλιατών. Οργίασαν λοιπόν τα τάγματα του Γιασίν Σαντήκ στις περιοχές της Ηγουμενίτσας και Σκάλας Φιλιατών, όπου συν τοις άλλοις έκαψαν και την οικία του Αντώνη Γκατζώνη, οδηγού των ελληνικών στρατευμάτων, του οποίου είχαν λεηλατηθεί και δύο καταστήματα στις Φιλιάτες κατά την πρώτη ιταλική κατοχή της Ηπείρου το 1917, ο δε Γκατζώνης, μετά και την νέα λεηλασία από τον Χουσεϊν Χαϋρουλά, περιήλθε εις την έσχατη ένδεια και μέχρι τον θάνατό του έζησε μεροκαματιάρης όπου έβρισκε ένα κομμάτι ψωμί.

Την 6η Νοεμβρίου 1940, ιταλικό σύνταγμα προέλασε προς το χωριό Δράγανη Παραμυθιάς (νυν Αμπελιά) και είχε οδηγό τον Βεήπ Μούχον από το Νικολίτσι, ντυμένο με ιταλική στολή και οπλισμένο με ιταλικό μουσκέτο. Κατά την εκ Σενεμηρίζης και Νικολιτσίου διέλευσή του, το σύνταγμα αυτό ενισχύθηκε και από άλλους Αλβανούς, οι οποίοι το ακολούθησαν και κατά την οπισθοχώρηση.

Την 7η Νοεμβρίου 1940 και αφού καλώς, ή κακώς, οι υπό τον στρατηγό Λιούμπαν ελληνικές δυνάμεις αναπτύχθηκαν πέρα του Αχέροντα, η δε χωροφυλακή και οι δημόσιες αρχές είχαν εκκενώσει την επαρχία πλην των σταθμών χωροφυλακής Κερασόβου και Βλαχωρίου, του οποίου εμπόδισε να φύγουν το απόσπασμα Τσακαλώτου, ο οποίος μάλιστα παρ’ ολίγον να τουφεκίσει τον σταθμάρχη Βλαχωρίου, Γούδα, για εγκατάλειψη θέσης ενώπιον του εχθρού, ενώ ο Γούδας ακολουθούσε την εντολή των προϊσταμένων του.

Η VIII Μεραρχία Ηπείρου, προς κάλυψη του πλευρού της, που κακώς είχε μείνει ακάλυπτο, απέστειλε μονάδα δύναμης τάγματος στην Σκάλα Παραμυθιάς, υπό τον αντισυνταγματάρχη Προεστάκην, αν ενθυμούμαι καλώς. Αλλιώς ο εχθρός μπορούσε να προελάσει επί της ημιονικής οδού Παραμυθιάς-Ιωαννίνων, της βασικότερης τότε οδικής αρτηρίας στην δυτική Ήπειρο.

Κατά τις 8 το βράδυ, μπήκε στην κωμόπολη της Παραμυθιάς εχθρικό αναγνωριστικό απόσπασμα δύναμης 80 ανδρών, προερχόμενο από την Δράγανη, όπου είχαν ήδη φτάσει σημαντικές εχθρικές δυνάμεις που είχαν χάσει κάθε επαφή με τα ελληνικά τμήματα, χωρίς σημαντική μάχη. Δεν τολμούσαν να επιχειρήσουν προέλαση, διότι η μεν VIII Μεραρχία κρατούσε τις θέσεις σθεναρά, καταφέρνοντας καίρια πλήγματα κατά των επιτιθέμενων Ιταλών, τόσο στο Γκραμπάλα, όσο και στον Καλαμά (τομέας Ρεπετίστης), ενώ στην Πίνδο για την μεραρχία Τζούλια άρχισαν οι μαύρες μέρες, που κατέληξαν μετά από τετραήμερο στην πλήρη διάλυσή της. Έμειναν λοιπόν οι Ιταλοί εν αναμονή εξελίξεων, αντί να επιτεθούν ταχέως προς την κατεύθυνση της Πρέβεζας, πριν το 6ο Σύνταγμα Κορίνθου οργανώσει αμυντικά την διάβαση Μποντάρι.

Έστειλαν όμως αναγνωριστικές περιπόλους, εκ των οποίων η μία εισήλθε στην Παραμυθιά. Οδηγοί του αναγνωριστικού αυτού αποσπάσματος ήταν Αλβανοί, ανάμεσά του δύο πρώην ληστές Μελέκ Σιάνης και Μεϊντή Χότζιας, από το Ζερβοχώρι και οι δύο, συμμορίτης ο πρώτος, συμμορίτης και αδελφός του Νταούκ Χότζια ο δεύτερος, ανήκουν στην δύναμη του αποσπάσματος και φέρουν ιταλική στολή και ιταλικό οπλισμό.

Οι τσάμηδες της Παραμυθιά, έχοντας επικεφαλής τον μουφτή τον Χασάν Αβδουλά, βρέθηκαν στο πηγάδι της αγοράς, όπου ήταν το Ιερό Τέμενος, όπου δέχτηκαν με αγκαλιές τους ελευθερωτές τους και ξεφώνισαν: «Ντουά στο Γιαραμπή», ήτοι δέηση προς τον Ύψιστο υπέρ των Ιταλο-αλβανικών όπλων.

Κατά την στιγμή εκείνη, πενήντα περίπου μέτρα μακριά, στο καφενείο Κυριάκη, βρίσκονταν δύο στρατιώτες και ένας λοχίας του ελληνικού στρατού, οι οποίοι για να ικανοποιήσουν τον αλκοολισμό τους, μόλις είχε σκοτεινιάσει, είχαν εγκαταλείψει τις θέσεις τους στην Σκάλα. Έπιναν και βρίσκονταν σε εύθυμη διάθεση. Όταν ειδοποιήθηκαν ότι ήρθε στην πόλη ιταλικό απόσπασμα, αρνήθηκαν να φύγουν.

Ο Σιέφης (Εσρέφ Ντίνος), Αλβανός Παραμυθιώτης, που είχε αναλάβει πολιτοφύλακας κατ’ εντολή των Ιταλών, μπήκε και τους διέταξε να τον ακολουθήσουν, και όταν έλαβε την άρνησή τους, έτρεξε να ειδοποιήσει τους Ιταλούς. Οι Έλληνες πολίτες τότε, προεξάρχοντος του Ιωάννη Μητσιώνη, αντιπροσώπου της εταιρείας Σίγγερ, τους έσυραν βιαίως και εν τάχει έξω από την πόλη. Μόλις πέρασαν την οικία Νικ. Εργολάβου, τους χτύπησε κρύος αέρας, συνήλθαν και έτρεξαν προς τις θέσεις τους, όπου φτάνοντας πυροβολήθηκαν ανεπιτυχώς από τους συναδέλφους τους κατά τις 9 το βράδυ, και αφού μίλησαν, τους άφησαν να περάσουν.

Οι πυροβολισμοί αυτοί είχαν ευχάριστη συνέχεια: οι Ιταλοί μετά την υποδοχή, τους εναγκαλισμούς και τις δεήσεις, οδηγήθηκαν από τους τσάμηδες στην πυρπόληση καταστημάτων και των οικιών. Ήδη είχε πυρποληθεί το καφενείο του Σωτήρη Κουτούπη, καιγόταν ολόκληρο το τετράγωνο, όταν στο χωριό Καρυώτι συγκεντρώθηκαν προς άμυνα μερικοί ένοπλοι υπό τους αγροφύλακες Λάμπρο Γκάτζια, και Γεώργιο Θ. Τάχια, επιζώντα εισέτι, ενισχύθηκαν και από μερικούς πρόσφυγες χωριάτες από Ψάκκα, υπό την ηγεσία του Γεωργίου Δήμα.

Οι χωρικοί εξήλθαν από το χωριό για να λάβουν αμυντική διάταξη, όταν άκουσαν τους πυροβολισμούς από την Σκάλα Παραμυθιάς, όπου ήταν τμήμα της VIII Μεραρχίας Ηπείρου και νομίζοντας ότι άρχισε ελληνική επίθεση προς εκείνο το σημείο, έτρεξαν και κατέβαλαν την ΝΑ παρυφή της Παραμυθιάς αντέρεισμα Ταμπούρι και έβαλαν κατά του πυρολυμένου κτιρίου, πέριξ του οποίου φώναζαν Ιταλοί και Τσάμηδες. Το ιταλικό απόσπασμα φοβούμενη την σοβαρή επίθεση και τον κίνδυνο να βρεθεί μεταξύ δύο πυρών, ετράπη σε άτακτη φυγή προς Δράγανη. Οι Γκάτζιας, Τάχιας και Δήμας παρασημοφορήθηκαν από την 8η Μεραρχία για την πρωτοβουλία τους αυτή.

Κατά την κατοχή όμως ο Δήμας υπέστη βασανιστήρια από τους Αλβανούς και την ιταλική καραμπινερία και εμπρησμό της οικίας του. Ομοίως ο Τάχιας συνελήφθη δις από την καραμπινερία Παραμυθιάς και κακοποιήθηκε, συλλήψεις που έγιναν με διάφορες προφάσεις.

Ο Σιέφης, που είχε αναλάβει ως πολιτοφύλακας κατ’ εντολή των Ιταλών, συνελήφθη μετά από εκείνη την ημέρα από τον στρατό μας, οδηγήθηκε σε έκτακτο στρατοδικείο, όπου καταδικάστηκε σε θάνατο.

Μπροστά από την προέλαση του 6ου συντάγματος Κορίνθου και του τάγματος Προεστάκη, οι Ιταλοί αποσύρθηκαν πέρα του Καλαμά, φοβούμενοι ότι θα πάθουν ότι και η μεραρχία αλπινιστών στην Πίνδο. Τότε, ολόκληρος ο πληθυσμός της Παραμυθιάς, ο χριστιανικός βέβαια, μετέφερε στους ώμους (μην υπάρχοντας άλλα μεταφορικά μέσα) όλη την διαθέσιμη ξυλεία από τα ξυλουργεία της Παραμυθιάς, μέχρι Μενίνα, προς γεφύρωση του Καλαμά.
Στα εδάφη που ανακτήθηκαν από τον στρατό μας, οι χωροφύλακες και αγροφύλακες υπό τον ανθυπασπιστή Γυπάκη και αγρονόμο Καρβούνη, συγκέντρωσαν εν τάχει τους άνδρες Αλβανοτσάμηδες και τους οδήγησαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Κόρινθο και Χίο.

Για να τους συλλάβουν οι αγροφύλακες, οι οποίοι κυρίως γνώριζαν τους συνεργάτες των Ιταλών κατά πρόσωπο, έφθασαν μέχρι τα σύνορα. Πολλοί Αλβανοί σταμάτησαν εκεί, όταν εκδιώχθηκαν οι Ιταλοί, νομίζοντας πως είναι ασφαλείς. Ήταν από εκείνους που παρακολουθούσαν τον ιταλικό στρατό νικητή, αλλά τον εγκατέλειψαν όταν ετράπη σε φυγή. Στις σημειώσεις μου έχω τα ονόματα δύο εξ αυτών, συλληφθέντων στην κορυφογραμμή Βέρβα, τους Σελήμ Λιατίφ από Κορύτιανη και τον Σαντήκ Κερίμ από Σενεμηρίζα.

Όπως με τις ανοιξιάτικες ψιχάλες, εξαπατώνται οι κόχλοι και ανυψώνουν το κεφάλι, έτσι και με την ιταλική προέλαση των πρώτων ημερών, οι Αλβανοτσάμηδες νομίζοντας ότι έσβησε η Ελλάδα, αποκάλυψαν τον πραγματικό τους εαυτό.

Προ ετών ανέγνωσα, χωρίς να συγκρατήσω στοιχεία, ότι και οι Γερμανοί ασχολούμενοι με τον ελληνο-ιταλικό πόλεμο περιγράφουν με μελανά χρώματα τους Αλβανούς, πρώτους στις λεηλασίες και τελευταίοι στην μάχη. Μία των αιτιών της ιταλικής ήττας θεωρούν την κακή εκτίμηση από τους Ιταλούς, των στρατιωτικών δυνατοτήτων των Αλβανών εν γένει.

* Απο το βιβλίο του Βασίλειου Παυλίδη: Οι Αλβανοτσάμηδες της Παραμυθιάς και η Κατοχή

 
Read More »
Τα "πανηγύρια" των Αλβανοτσάμηδων στην Παραμυθιά στις 28 Οκτωβρίου 1940 Τα "πανηγύρια" των Αλβανοτσάμηδων στην Παραμυθιά στις 28 Οκτωβρίου 1940 Reviewed by thespro.gr on Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2016 Rating: 5

Σελίδες

Από το Blogger.