ΟΛΗΓ και Master Plan: Φωνές διαμαρτυρίας και πραγματικότητα
Έχουν περάσει δύο χρόνια από την παραχώρηση του λιμανιού της Ηγουμενίτσας και την ανάληψη του ελέγχου από τον όμιλο Grimaldi, και πλέον κατατέθηκε προς έγκριση το νέο Master Plan του Οργανισμού Λιμένος Ηγουμενίτσας. Το σχέδιο αυτό προβλέπει την ανάπτυξη νέων δραστηριοτήτων – από αποθήκες για συμβατικά και πράσινα καύσιμα και εγκαταστάσεις χύδην φορτίων μέχρι βάση ανεφοδιασμού για εξορύξεις υδρογονανθράκων και ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη για μικρά σκάφη (καρνάγιο)– γεγονός που έχει ξεσηκώσει αντιδράσεις από τοπικούς φορείς. Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι τέτοιες παρεμβάσεις αλλοιώνουν τον χαρακτήρα της πόλης, επιβαρύνουν το περιβάλλον και δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της κοινωνίας.
Ωστόσο, ανάμεσα σε αυτούς που σήμερα φωνάζουν, βρίσκονται και πρόσωπα που στο παρελθόν σφύριζαν αδιάφορα μπροστά σε πολύ χειρότερες καταστάσεις στο λιμάνι. Η «αγανάκτησή» τους για το νέο σχέδιο μοιάζει τουλάχιστον υποκριτική, αν θυμηθούμε τη στάση τους όταν το λιμάνι βρισκόταν υπό κρατική διοίκηση. Τότε, όχι μόνο δεν ύψωναν φωνή διαμαρτυρίας, αλλά βολεύονταν μια χαρά με την κατάσταση, φροντίζοντας τις «δουλίτσες» και τα ρουσφέτια τους στη σκιά του ΟΛΗΓ. Αξίζει λοιπόν, να θυμίσουμε ορισμένα γεγονότα και στοιχεία που αποδεικνύουν ότι όσα προβλέπει το νέο Master Plan δύσκολα μπορούν να χαρακτηριστούν χειρότερα από όσα συνέβαιναν μέχρι χθες.
Ρουσφέτια και σπατάλες υπό κρατική διοίκηση
Για πολλά χρόνια ο ΟΛΗΓ βρισκόταν υπό κρατικά διορισμένη διοίκηση, και η διαχείριση του λιμανιού χαρακτηριζόταν από περιττές δαπάνες και αμφιλεγόμενες πρακτικές. Οι ίδιοι που σήμερα καταγγέλλουν την παραχώρηση του λιμένα σε ιδιώτη, τότε απολάμβαναν τα οφέλη μιας κλειστής κατάστασης: προσλήψεις ημετέρων, εξυπηρετήσεις γνωστών και γενικότερα ένα κλίμα αδιαφάνειας και ευνοιοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο ότι με το που ανέλαβε η νέα (ιδιωτική πλέον) διοίκηση του λιμανιού – διατηρώντας μάλιστα τον ίδιο Διευθύνοντα Σύμβουλο, παρατηρήθηκε σημαντικό νοικοκύρεμα στα οικονομικά. Συγκεκριμένες κατηγορίες δαπανών “κουρεύτηκαν”, με αποτέλεσμα οι συνολικές λειτουργικές δαπάνες της εταιρείας να παρουσιάσουν μείωση σχεδόν 29,16% μέσα σε ένα έτος.
Το 2024 αυξήθηκαν σημαντικά και τα έσοδα του ΟΛΗΓ (11,24%) με αποτέλεσμα να ωφεληθεί και ο δήμος Ηγουμενίτσας ο οποίος, βάσει της συμφωνίας παραχώρησης, εισπράττει το 3,5% των συνολικών εσόδων του λιμένα. Για το 2025 η αύξηση του τζίρου προβλέπεται να είναι της τάξης του 86% σε σχέση με πέρυσι.
Μια ματιά στους ισολογισμούς αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ότι το λιμάνι λειτουργεί πλέον πιο αποδοτικά, με περιορισμό των μη παραγωγικών εξόδων – κάτι που φυσικά δεν αναδεικνύουν εκείνοι που νοσταλγούν το παλιό, βολικό για αυτούς, καθεστώς.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η εξυγίανση των οικονομικών επετεύχθη χωρίς αλλαγή προσώπων στην ηγεσία – ο ίδιος άνθρωπος που ήταν διευθύνων σύμβουλος επί κρατικής διοίκησης παραμένει και σήμερα. Το γεγονός αυτό δείχνει πόσο σπάταλη ήταν η προηγούμενη διαχείριση: χρήματα του οργανισμού ξοδεύονταν αλόγιστα σε αμοιβές τρίτων, ποικίλα έξοδα και άλλες μη απαραίτητες πληρωμές, αντί να επενδυθούν σε υποδομές ή να επιστρέψουν ως όφελος στην τοπική κοινωνία. Προφανώς το πρόβλημα δεν ήταν τα πρόσωπα, αλλά η κουλτούρα διαχείρισης και οι εντολές που είχαν. Όταν το λιμάνι ήταν κρατικό, οι διοικούντες (με πολιτικές πλάτες) λειτουργούσαν χωρίς πραγματικό έλεγχο, με αποτέλεσμα φαινόμενα σπατάλης και πελατειακών εξυπηρετήσεων. Τώρα που υπάρχει ιδιώτης μέτοχος που απαιτεί αποτελέσματα, ξαφνικά κόπηκαν τα “λίπη” και μπήκε τάξη. Οι σημερινοί επικριτές, λοιπόν, αντί να παραδέχονται αυτή την αλλαγή, προτιμούν να ξεχνούν ότι οι ίδιοι σιωπούσαν όταν το δημόσιο χρήμα σκορπιζόταν δεξιά και αριστερά.
Η υποβάθμιση του λιμανιού της Ηγουμενίτσας δεν ήταν τυχαία ούτε συγκυριακή. Υπήρξε διαχρονική και πολιτικά καθοδηγούμενη, ειδικά από το 2006 και μετά. Τότε, το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα (βλέπε Μπέζας) απομάκρυνε τον ίσως μοναδικό εξειδικευμένο τεχνοκράτη που είχε αναλάβει τη διοίκηση του ΟΛΗΓ, τον κ. Αποστόλη Καμαρινάκη – έναν άνθρωπο με ουσιαστική γνώση των λιμενικών υποδομών και διεθνή εμπειρία.
Το Master Plan που είχε εκπονήσει προέβλεπε με σαφήνεια δύο κρίσιμα έργα: την άμεση κατασκευή της μαρίνας στην Ηγουμενίτσα, και τη δημιουργία εμπορευματικού κέντρου στη θέση Ψάκκα Παραμυθιάς – έργα που, αν είχαν υλοποιηθεί εγκαίρως, θα είχαν αναβαθμίσει την οικονομία ολόκληρης της Θεσπρωτίας. Όμως, η επιλογή της επάρκειας και της τεχνογνωσίας δεν βόλευε τις τότε κομματικές ισορροπίες. Το ίδιο σύστημα προσώπων και αντιλήψεων φρόντισε το 2019 να παρεμποδίσει εκ νέου την επιστροφή του ίδιου προσώπου (Καμαρινάκη) στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου, προκειμένου να επιβληθούν «τα δικά τους παιδιά» – όσο άσχετα και αν ήταν με το αντικείμενο, όσο και αν έλειπε η παραμικρή τεχνική επάρκεια. Σε αυτό το έδαφος ανευθυνότητας, κομματισμού και μικροπολιτικής καλλιεργήθηκαν όλα τα φαινόμενα που σήμερα εμφανίζονται σαν δήθεν «ξαφνικά προβλήματα». Η τοπική κοινωνία γνωρίζει. Και θυμάται.
Περιβαλλοντική υποκρισία
Οι πιο ηχηρές διαμαρτυρίες για το νέο Master Plan επικεντρώνονται στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις: λένε ότι οι νέες δραστηριότητες θα ρυπάνουν τον τόπο και θα βλάψουν την τουριστική εικόνα. Μα πού ήταν όλοι αυτοί οι όψιμοι οικολόγοι, όταν το περιβάλλον της περιοχής κακοποιούνταν συστηματικά επί κρατικής εποχής;
Σήμερα καταγγέλλουν ότι το σχέδιο ΟΛΗΓ θα φέρει καύσιμα και βιομηχανία δίπλα μας, όμως χθες έκλειναν τα μάτια σε πολύ χειρότερες πρακτικές:

Παράνομη διακίνηση αδρανών υλικών:
Επί χρόνια, μια αυτοσχέδια προβλήτα στην Πλαταριά Ηγουμενίτσας χρησιμοποιούνταν για τη φόρτωση αδρανών υλικών (άμμος, χαλίκι) σε πλοιάρια τύπου «παντόφλα» με προορισμό την Κέρκυρα και τους Παξούς. Η δραστηριότητα αυτή ήταν παράνομη, όμως διεξαγόταν ανενόχλητα. Το 2008 επιβλήθηκε μόλις ένα πρόστιμο ύψους 1.500€ για την κατασκευή της παράνομης προβλήτας – σε εταιρεία συμφερόντων γνωστού αυτοδιοικητικού της περιοχής – και έκτοτε η κατάσταση συνεχίστηκε ανεξέλεγκτα. Κανείς από τους σημερινούς «αγανακτισμένους» δεν ενοχλήθηκε τότε.
Φορτοεκφορτώσεις στο παλαιό και νέο λιμάνι:
Πριν βρεθεί νόμιμη λύση, φορτηγά με αδρανή υλικά μπαινόβγαιναν στο παλιό λιμάνι της Ηγουμενίτσας (μπροστά από το αστυνομικό τμήμα) για να φορτώσουν μπάζα και υλικά. Η συνύπαρξη επιβατικής κίνησης και πρόχειρης φορτοεκφόρτωσης στον ίδιο χώρο ήταν επικίνδυνη και προκάλεσε τότε αντιδράσεις κατοίκων. Παρ’ όλα αυτά, οι διοικήσεις του ΟΛΗΓ αδράνησαν και οι σημερινοί επικριτές δεν έβγαλαν άχνα – πιθανώς γιατί η κατάσταση εξυπηρετούσε γνωστούς επιχειρηματίες ή “ημέτερους”. Όταν υπό κρατική διοίκηση αποφασίστηκε να χρησιμοποιείται το λιμάνι της Ηγουμενίτσας για φόρτωση χύδην αδρανών με προορισμό την Κέρκυρα και τους Παξούς, ελάχιστες φωνές διαμαρτυρήθηκαν. Θυμίζουμε ότι το 2021 η τότε διοίκηση του ΟΛΗΓ αποφάσισε κατά πλειοψηφία να επιτρέψει για έναν χρόνο τη φόρτωση αδρανών υλικών από τις ράμπες 3 και 4 του λιμένα, δίπλα στους επιβατικούς χώρους, παρότι αυτές οι εγκαταστάσεις δεν ήταν κατάλληλες και η συγχώνευση επιβατών με φορτηγά που ξεφόρτωναν αμμοχάλικα δημιούργησε σοβαρούς κινδύνους και σύννεφα σκόνης. Οι τοπικοί άρχοντες που σήμερα κόπτονται για την τουριστική εικόνα της πόλης τότε δεν έδειξαν τον ίδιο ζήλο. Μόνο λίγες μεμονωμένες αντιδράσεις (όπως μια ερώτηση μικρού κόμματος στη Βουλή και τα ρεπορτάζ του thespro.gr) ακούστηκαν, ενώ οι περισσότεροι ποίησαν την νήσσαν.
Περιβαλλοντικές αυθαιρεσίες – λύματα και απόβλητα:
Ήταν κοινό μυστικό πως όλα τα βοθρολύματα της μισής Θεσπρωτίας κατέληγαν στη θέση «Γωνιά», απέναντι από την προστατευόμενη περιοχή Δρέπανου (Natura 2000). Αντί να υπάρξει μέριμνα για σύγχρονες εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων, επί χρόνια η περιοχή λειτουργούσε ως ανεπίσημος αποδέκτης λυμάτων, υποβαθμίζοντας ένα πολύτιμο οικοσύστημα. Παράλληλα, ακόμη και ο βιολογικός καθαρισμός της Ηγουμενίτσας λειτούργησε πλημμελώς: δεν ξεχνάμε το 2015, όταν αναδείξαμε φωτογραφίες με έναν μπλε αγωγό να ρίχνει ημι-επεξεργασμένα λύματα απευθείας στη θάλασσα, λόγω βλάβης στον κανονικό υποθαλάσσιο αγωγό. Οι ψαράδες τότε μιλούσαν για έντονη δυσοσμία στην περιοχή, και υπήρχε κίνδυνος τα λύματα να παρασυρθούν μέχρι την παραλία Δρέπανου. Την υπόθεση ερεύνησε το Λιμεναρχείο και η Περιφέρεια, όμως καμία δημόσια κατακραυγή δεν ακούστηκε από τους σημερινούς «ευαίσθητους».
Διαρροές λυμάτων από νέα έργα:
Πρόσφατα ολοκληρώθηκε ένα μεγάλο έργο αποχέτευσης και βιολογικού καθαρισμού στα παράλια Πλαταριάς–Συβότων-Πέρδικας, με στόχο την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Κι όμως, μόλις λίγες ημέρες μετά την επίσημη παραλαβή του έργου, άρχισαν οι διαρροές ακατέργαστων λυμάτων! Σε τουλάχιστον δύο σημεία του νέου δικτύου υπήρξε ροή δύσοσμων, ανεπεξέργαστων νερών από αντλιοστάσια δίπλα σε παραλίες. Οι εικόνες είναι αποκαρδιωτικές: νερά που μυρίζουν σαν βοθρολύματα τρέχουν στο έδαφος δίπλα στη θάλασσα, ρυπαίνοντας τον τόπο που υποτίθεται ότι θα προστατευόταν. Οι κάτοικοι, αγανακτισμένοι, κατέθεσαν ακόμη και μηνύσεις κατά των υπευθύνων (ΔΕΥΑΗ) για αυτή την πρωτοφανή αστοχία. Κι όμως, οι περισσότεροι από εκείνους που σήμερα φωνάζουν κατά του Master Plan δεν έκαναν τον κόπο να αναδείξουν ή να καταδικάσουν αυτό το σκάνδαλο. Σιωπή από τα περισσότερα τοπικά στόματα, λες και δεν συνέβη τίποτα. Πού ήταν τότε η περιβαλλοντική τους ευαισθησία;
Δημιουργία δεξαμενών καυσίμων:
Ιδιαίτερη συζήτηση έχει προκαλέσει και η πρόβλεψη του νέου Master Plan για δημιουργία δεξαμενών καυσίμων στη λιμενική ζώνη, με τους σημερινούς επικριτές να μιλούν για περιβαλλοντικό κίνδυνο και απειλή για την πόλη. Όμως και εδώ η μνήμη ορισμένων φαίνεται επιλεκτική. Στο ακριβώς ίδιο σημείο, για δεκαετίες λειτουργούσαν οι δεξαμενές καυσίμων της εταιρείας BP, χωρίς κανένα σοβαρό αντισταθμιστικό μέτρο και χωρίς τις προδιαγραφές ασφαλείας που προβλέπει σήμερα η ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η παρουσία αυτών των εγκαταστάσεων ήταν τόσο έντονη, που η περιοχή πήρε το προσωνύμιο "Πετρέλαια", όρος που χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα από τους ντόπιους για να περιγράψουν τη συγκεκριμένη τοποθεσία. Κανείς τότε δεν διαμαρτυρήθηκε για την ύπαρξη των δεξαμενών· αντιθέτως, η λειτουργία τους θεωρούνταν σχεδόν αυτονόητη για τις ανάγκες της Ηγουμενίτσας και ολόκληρης της Θεσπρωτίας. Σήμερα, που η επαναφορά της χρήσης αυτής προβλέπεται σε σύγχρονα και ελεγχόμενα πρότυπα, εμφανίζεται ως «σκάνδαλο». Πρόκειται για ακόμη ένα παράδειγμα υποκρισίας, όπου το παρελθόν αποσιωπάται επιλεκτικά για να εξυπηρετηθεί η συγκυριακή αντιπολίτευση.
Ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη για μικρά σκάφη
Παρά τις αντιδράσεις για την πρόβλεψη ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης (καρνάγιου) στο νέο master plan, αξίζει να σημειωθεί ότι εδώ και δεκαετίες λειτουργεί ήδη καρνάγιο στην ίδια περίπου περιοχή, χωρίς να έχει προκληθεί ούτε ένα σοβαρό πρόβλημα ή καταγεγραμμένο περιστατικό περιβαλλοντικής όχλησης. Επιπλέον, κατά τα προηγούμενα χρόνια, πλοία πραγματοποιούσαν συντηρήσεις και επισκευαστικές εργασίες εντός του παλαιού λιμένα Ηγουμενίτσας, σε πλήρη αντίθεση με τον κανονισμό και χωρίς καμία υποδομή ή αδειοδότηση, γεγονός που καταγράφηκε και φωτογραφικά. Η σημερινή πρόβλεψη για θεσμοθετημένη και ελεγχόμενη δραστηριότητα έρχεται ουσιαστικά να ρυθμίσει μια προϋπάρχουσα κατάσταση, την οποία όλοι τότε αποδέχονταν σιωπηρά.
Τα παραδείγματα θα μπορούσαν να συνεχιστούν – από μικρότερες παρατυπίες μέχρι σοβαρά ζητήματα. Το κοινό συμπέρασμα, όμως, είναι ξεκάθαρο: οι «φωνάζοντες» του σήμερα ήταν αυτοί που αδιαφορούσαν έως χθες. Όταν είχαν την ευκαιρία να προστατεύσουν τον τόπο και το λιμάνι από κακοδιαχείριση και ρύπανση, προτίμησαν τη σιωπή ή ακόμα χειρότερα, συμμετείχαν στη διαιώνιση των προβλημάτων. Όλα αυτά τα είχαμε καταγράψει δημοσιογραφικά τότε, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου.
Δεν νομιμοποιούνται να διαμαρτύρονται κάποιοι
Όλες οι παραπάνω επισημάνσεις δεν γίνονται για να αγιογραφηθεί η σημερινή κατάσταση ή να ισχυριστούμε ότι το νέο Master Plan του λιμανιού είναι τέλειο. Σαφώς και επιδέχεται συζήτησης το πώς θα αναπτυχθεί το λιμάνι και ποιες δραστηριότητες είναι οι πλέον κατάλληλες. Η κριτική και η εγρήγορση της κοινωνίας είναι θεμιτές – υπό έναν όρο: να γίνονται με ειλικρίνεια και συνέπεια. Δεν μπορεί αυτοί που χθες επέτρεπαν (ή ακόμα και επωφελούνταν από) τα φαινόμενα διαφθοράς, οικολογικής υποβάθμισης και αυθαιρεσίας, σήμερα να εμφανίζονται ως τιμητές των πάντων. Δεν έχουν το ηθικό δικαίωμα να υψώνουν τη φωνή και να κουνάνε το δάχτυλο, όταν επί χρόνια κώφευαν στις καταγγελίες και συμβιβάζονταν με όσα συνέβαιναν.
Είναι πράγματι ειρωνικό, το ότι όσοι κάνουν τώρα λόγο για “λάφυρο” που αρπάχτηκε από την τοπική κοινωνία, είναι οι ίδιοι που μεταχειρίστηκαν το λιμάνι σαν δικό τους λάφυρο όσο αυτό ήταν κρατικό. Εκμεταλλεύτηκαν τη θέση τους για να αποκομίσουν ρουσφέτια, ανέχτηκαν πρακτικές που έβλαψαν τον τόπο και τους συμπολίτες τους, και μόνο αφού έχασαν την πρόσβασή τους στην «εξουσία» του λιμανιού θυμήθηκαν να διαμαρτυρηθούν. Η κοινωνία της Θεσπρωτίας ευτυχώς δεν έχει μνήμη χρυσόψαρου. Θυμόμαστε πολύ καλά ποιοι έκαναν τα στραβά μάτια και ποιοι προσπάθησαν να αναδείξουν τα προβλήματα.
Η συζήτηση για το μέλλον του λιμανιού πρέπει να γίνει με σοβαρότητα, στοιχεία, αληθινό ενδιαφέρον και χωρίς προκαταλήψεις για το κοινό καλό. Οι άναρχες κραυγές και η στείρα αντιπολίτευση για εντυπωσιασμό δεν βοηθούν – ειδικά όταν προέρχονται από στόματα που έχασαν κάθε αξιοπιστία με τη στάση τους τα προηγούμενα χρόνια. Αν κάτι δικαιούται σήμερα η τοπική κοινωνία, αυτό είναι ειλικρίνεια και αυτοκριτική. Πριν λοιπόν υψώσουν την φωνή τους ξανά όσοι οδήγησαν χθες το λιμάνι στην υποβάθμιση, ας κάνουν πρώτα τον απολογισμό των πεπραγμένων τους. Και ας αφήσουν επιτέλους στην άκρη την υποκρισία, γιατί η διπλοπροσωπία δεν πείθει πλέον κανέναν.
Συμπερασματικά, το λιμάνι της Ηγουμενίτσας δεν είναι ούτε προσωπικό τους φέουδο, ούτε βολικό πεδίο πολιτικής εκμετάλλευσης. Αν πραγματικά νοιάζονται για το λιμάνι και τον τόπο, ας το αποδείξουν με πράξεις ουσίας και συνεπή στάση – όχι με καθυστερημένες κορώνες που στην πραγματικότητα στοχεύουν στην εξυπηρέτηση μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων. Η εποχή που κάποιοι μπορούσαν να κάνουν ό,τι θέλουν και μετά να παριστάνουν τους σωτήρες έχει παρέλθει. Οι πολίτες της Θεσπρωτίας βλέπουν, συγκρίνουν και βγάζουν τα συμπεράσματά τους. Και το βασικό συμπέρασμα είναι ένα: Δεν δικαιούνται να φωνάζουν τώρα, εκείνοι που επέτρεπαν τα ίδια (και χειρότερα) μέχρι χθες.
Ως thespro.gr και ως εφημερίδα ΤΙΤΑΝΗ, δεν περιοριστήκαμε ποτέ στον ρόλο του παρατηρητή. Με συνέπεια και ευθύνη αναδείξαμε όλα αυτά τα χρόνια τις παρατυπίες, τις αυθαιρεσίες και τις περιβαλλοντικές παραλείψεις γύρω από το λιμάνι της Ηγουμενίτσας, όταν πολλοί σιωπούσαν ή συγκάλυπταν. Αντί όμως η προσπάθειά μας να συμβάλει στον δημόσιο διάλογο και στην προστασία του κοινού συμφέροντος, αντιμετωπίσαμε σιωπή, στοχοποίηση και δίωξη. Δεχθήκαμε εξώδικες διαμαρτυρίες, αστικές αγωγές και ποινικές διώξεις από εκείνους που ενοχλήθηκαν από τη δημοσιογραφική αλήθεια – από πρόσωπα και κύκλους που επιθυμούσαν να παραμείνει η αδιαφάνεια στο απυρόβλητο. Παρ’ όλα αυτά, δεν σιωπήσαμε και δεν θα σιωπήσουμε. Η αποστολή της δημοσιογραφίας είναι να ενοχλεί την εξουσία, όχι να την υπηρετεί. Και σε αυτόν τον δρόμο θα συνεχίσουμε, με μοναδικό γνώμονα την αλήθεια και το δημόσιο συμφέρον.
Αναστασίου Αλ. Ευάγγελος




.gif)
.gif)

.gif)


