ΜΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΑΠΟ ΦΙΛΙΑΤΕΣ ΕΙΣ ΤΣΑΜΑΝΤΑ ΤΟ 1931
Ώρα για να φύγουμε! Κι ακόμα να πάρουμε την τελειωτική απόφαση. Έτσι μας άφησε μια ολόκληρη νυχτιά, που πέρασε και μες στο νου μας στριφογύριζαν σαν ανεμίδι οι σκέψεις, πότε να πάμε με τέτοιον καιρό; Και πότε όχι. Ώσπου μονομιάς, σαν να μην το συλλογιστήκαμε καθόλου, ξεκινήσαμε. Τα ταξίδια λοιπόν είναι μοίρα(!), όπως είπε κάποιος που σέρνει τα βήματά μας, πότε σ’ ακρογιάλια και θάλασσες, πότε σε παρθένα δάση, πότε σε χιονοσκεπές κορφές και γυμνά βουνά, σε πολιτείες μακρινές με σύμβολα και θαύματα!…
Φύγαμ’ απ’ τις Φιλιάτες μ’ έναν καιρό ύποπτο με ξεκαθαρισμένο όμως φόντο προς τη Δύση. Κάνοντας την ανάβαση μας – πηγαίναμε για του Τσαμαντά- όλο και χάνουμε από φόντο. Τα βουνά, όπως βγαίνει κανείς απ΄ το Γηρομέρι και πέρα, υψώνονται αριστερά και δεξιά του δρόμου, δυο σειρές βουνά δεν αφήνουμε το μάτι να πλανηθεί στον ορίζοντα, να χαθεί στο φόντο του απείρου…
Ακόμα κ’ η σκέψη σου κάπως φυλακίζεται σαν ν’ αγκυροβολά. Σε μεριές μεριές τα βουνά αυτά ασπρουδερά με γραμμές ανάμεσά τους σε χρώμα σκουριάς κόβονται λοξά και σχηματίζουν παράλληλες γραμμές, αφήνοντας ένα κενό, που το τρέχει το μάτι, ώσπου σταματάει απότομα στ’ αντίγραμμα βουνά, που υψώνονται πιο πέρα κι ακινητεί.
Ανάμεσα απ’ τα βουνά αυτά κατρακυλά βουϊστά και μπερδεύεται μέσα στους μικρούς λόφους το ποτάμι το Γηρομεριάτικο και φαντάζει, όπως ανεβαίνουμε, σαν νάρχεται απ’ την ασημένια ομίχλη, που σκεπάζει κει μακριά τα βουνά, Λειά- Τσαμαντά. Το περνάμε 6-7 φορές ρίχνοντας τα ζώα μας για την αντίπερα όχθη ενάντια στο ρέμα του. Τον χειμώνα στις πλημμύρες του είν’ επικίνδυνο στο διάβα του. Γέφυρα όμως σε κανένα μέρος του. Μερικές ξύλινες γέφυρες πρόχειρα κατασκευασμένες – στεριωμένα και συνδεμένα δηλ. ξύλα πάνω σε δυο δέντρα, που βρέθηκαν το ένα στη μία και το άλλο στην άλλη άκρη του ποταμιού- που ακροβατεί κι ο άνθρωπος ακόμα διαβαίνοντας τις, αντικρίζει κανείς μόνο σιγά στα χωριά Άγιοι Πάντες, που είναι χτισμένα κατά μήκος του ποταμιού και που συναντούμαι στο δρόμο μας. Έτσι ζει ο κόσμος αυτός ο πολύπαθος στον λησμονημένο κείνο τόπο.
Τα σπίτια των χωριών αυτών αλαργινά το ένα απ’ τ’ άλλο χτισμένα, μέσα στην αντάρα της φύσης και τα πολλά νερά μοιάζουν σαν κιβωτοί…του κατακλυσμού. Οι Άγιοι Πάντες, τέσσαρες ώρες απ’ τις Φιλιάτες, έχει μια χάρη και μια συγκέντρωση, όμορφο σχολειό κι εμπορικά καταστήματα πολύ καλά εφοδιασμένα.
ΑΛΕΚΟΣ Ι. ΜΕΤΑΞΑΣ (Επιθ. Δημοτικής Εκπαίδευσης Φιλιατών)






























.gif)
.gif)

.gif)


